29 Ιουν 2011

Ενενήντα οκτώ χρόνια ελεύθεροι. Δεν ξεχνάμε!

Οι Βούλγαροι έχουν πυρπολήσει την πόλη και αποχωρούν παίρνοντας ομήρους από τις επιφανέστερες σερραϊκές οικογένειες. Μόλις νιώθουν ασφαλείς από τον ελληνικό στρατό, τους σφάζουν όλους. Ο στρατός εισέρχεται σε μια κατεστραμμένη πόλη (4.500 σπίτια και 1.000 καταστήματα καμμένα). Ήταν 29 Ιουνίου 1913. Κι όμως αυτή η πόλη ξαναγνώρισε τις ωμότητες των Βουλγάρων άλλες δύο φορές (1917, 1941-44) και μέσα σε όλα αυτά δέχτηκε και πρόσφυγες. Δεν ξεχνάμε.
 
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ
 
Προϊστορία: Από τα αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και αναφορές αρχαίων ιστορικών και συγγραφέων (Θουκυδίδης, Αισχύλος) συμπεραίνουμε ότι η περιοχή των Σερρών κατοικήθηκε από τα προϊστορικά χρόνια και μάλιστα από την 5η π.Χ. χιλιετηρίδα.
Οι πρώτοι άνθρωποι που την κατοίκησαν ήταν οι Πελασγοί οι οποίοι άφησαν στην περιοχή  τα σημάδια τους, που δεν είναι άλλα από τις ονομασίες οικισμών και άλλων τοποθεσιών. Έτσι, ως πελασγικά μπορούμε να δούμε τα ονόματα Στρυμών, Σίρα (Σέρρες) και Κοτούσσα (Σκοτούσα).

Αρχαιότητα: Στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ. στην περιοχή εγκαταστάθηκαν παιονικά φύλα που προέρχονταν από Δάρδανους και Τεύκρους. Αφού εγκαταστάθηκαν στα ανατολικά του Στρυμόνα, ίδρυσαν μια πόλη και της έδωσαν το όνομα Σίρις η Παιονική. Για αιώνες, οι Παίονες έζησαν στην σερραϊκή πεδιάδα και σε συνεργασία με τα άλλα φύλα που κατοίκησαν στην υπόλοιπη Μακεδονία αναδείχτηκαν σε φρουρούς του ελλαδικού χώρου από βάρβαρες φυλές. Το 496 π.Χ. ο σατράπης των Περσών Μεγάβαζος εκστράτευσε εναντίον των κατοίκων της Σίριος με εντολή του βασιλιά των Περσών, Δαρείου Α΄. Μετά την υποταγή τους οι Σιριοπαίονες οδηγήθηκαν ως σκλάβοι στην Ασία, αφού παρέδωσαν τη χωρά τους στους Θράκες Οδόμαντες. Η πόλη ονομάστηκε τότε Σίρις Όδομαντική. Κατά τη διάρκεια των περσικών πολέμων, οι κάτοικοι της περιοχής αμύνθηκαν κατά του Ξέρξη και προξένησαν μεγάλη φθορά στον στρατό του. Σ’ αυτό συνέβαλαν πολύ και οι άσχημες συνθήκες (υγρασία, υπερχείλιση του ποταμού, αγέλες λιονταριών) που βρήκαν οι Πέρσες στην Αμφίπολη.
Το 357 π.Χ. ο Φίλιππος Β΄, κατέκτησε τη Σίρι στη διάρκεια της εκστρατείας για την επέκταση του κράτους του ως τον Νέστο, προκειμένου να εγκατασταθεί φρουρά στην πόλη και να διασφαλίσει τα ορυχεία χρυσού του Παγγαίου. Ο χρυσός της περιοχής του επέτρεψε να κόψει νόμισμα και να αναδιοργανώσει το στρατό του. Ο γιος του, ο Αλέξανδρος Γ΄ ο Μέγας χρησιμοποίησε της εκβολές του Στρυμόνα ως ορμητήριο για την μεγάλη εκστρατεία του στην Ασία, κατά τη διάρκεια της οποίας διακρίθηκαν άνδρες πολλών τοπικών φυλών.

Ρωμαιοκρατία: Οι διαφωνίες και οι συνεχόμενες συγκρούσεις των διαδόχων του Αλέξανδρου επέτρεψαν στους Ρωμαίους να εισβάλλουν στην περιοχή και να την καταλάβουν. Ο στρατηγός Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος λεηλάτησε την πόλη των Σερρών ενώ ο εντεταλμένος του Πόπλιος Κορνήλιος Νασικάς κατέστρεψε ολοσχερώς την γύρω περιοχή, επιδιδόμενος σε βιαιοπραγίες και ανδραποδισμούς, επειδή θεωρούσε την Σίρι ως πόλη πολύ επικίνδυνη για εξέγερση. Από τη Σίρι, ο Αιμίλιος Παύλος κατέβηκε και κατέλαβε την Αμφίπολη, από όπου διακήρυξε τον χωρισμό του θέματος της Μακεδονίας σε τέσσερις επαρχίες. Η πρώτη από αυτές θα είχε ως έδρα την Αμφίπολη και θα περιελάμβανε όλη την περιοχή της Αν. Μακεδονίας ως τα Άβδηρα.
Το 149 π.Χ. ο Ανδρίσκος ο Ψευδοφίλιππος με έδρα την Σίρι την Οδομαντική ξεσήκωσε όλη τη Μακεδονία εναντίον των Ρωμαίων, σε μια εξέγερση που επέφερε τελικά βαριά μέτρα εναντίον της πόλης, η οποία έχασε την ανακήρυξή της σε «ελεύθερη πόλη». Τα ευρήματα του αρχαιολογικού μουσείου Σερρών μας φανερώνουν ότι στην ρωμαιοκρατούμενη Σίρι υπήρχε βουλή που αποφάσιζε για τα κοινά καθώς και ότι στην πόλη διοργανώνονταν γυμναστικοί αγώνες. Στα χρόνια της βασιλείας του Σεπτίμιου Σεβήρου (192-211 μ.Χ.) η Σίρις κατείχε σημαντική θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες πόλεις της Οδομαντικής, οι οποίες είχαν συγκροτήσει μάλιστα κοινή συνομοσπονδία (Πεντάπολη).

Μεσαίωνας: Στα Βυζαντινά χρόνια, η πόλη των Σερρών ανήκε στην επαρχία του Ιλλυρικού ως μια από τις 32 πόλεις της επαρχίας Μακεδονίας Πρώτης. Μετά το χωρισμό του κράτους σε θέματα έγινε πρωτεύουσα του θέματος Στρυμόνα (9ος αι. μ.Χ.), το οποίο περιελάμβανε ολόκληρη την Ανατολική Μακεδονία έως το Νέστο, επήλθε και ο προβιβασμός της σε αρχιεπισκοπή, με πρώτο αρ­χιεπίσκοπο το Γεώργιο. Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α΄ έφτιαξε οχυρωματικά έργα και ισχυρά τείχη. Επίσης, αύξησε τον πληθυσμό της πόλης βάζοντας να εγκατασταθούν μέσα από τα τείχη πολλές στρατιωτικές οικογένειες. Το 809 μ.Χ. οι Βούλγαροι προξένησαν πολλές καταστροφές σε μια από τις συνηθισμένες τους επιδρομές και αυτό οδήγησε τον Νικηφόρο Α΄ σε εκστρατεία εναντίον του Κρούμου, η οποία όμως δεν είχε επιτυχή αποτελέσματα.
Το 976, ο Βούλγαρος βοεβόδας Μωϋσής σκοτώθηκε από μια πέτρα που έπεσε από τα τείχη της πολιορκούμενης από το στρατό του πόλης των Σερρών. Ο αδελφός του Σαμουήλ εξαγριώθηκε και κινήθηκε εναντίον της. Δεν κατάφερε όμως να τη λεηλατήσει και επιτέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Έτσι οι Σέρρες έγιναν το ορμητήριο του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου, ο οποίος στις 2 Ιουλίου 1014 κατέστρεψε τον στρατό του Σαμουήλ και απομάκρυνε τον βουλγαρικό κίνδυνο για πολλά χρόνια. Ο αυτοκράτορας Βασίλειος συμπλήρωσε με τριπλό τείχος την οχύρωση της πόλης. 
Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, ευρισκόμενη στον οδικό άξονα μεταξύ της Θεσσαλονίκης και Κωνσταντινούπολης, η πόλη προμήθευσε αναγκαστικά με εφόδια τους στρατιώτες της Α’ Σταυροφορίας που κατασκήνωσαν σε αυτή το Φεβρουάριο του 1097 κάτω από τις διαταγές τον Βοημούνδου. Στις 7 Νοεμβρίου 1185, η πόλη είχε να αντιμετωπίσει ένα νέο εχθρό: επρόκειτο για τους Νορμανδούς, οι οποίοι νικήθηκαν τελικά στη Μάχη του Δημητρυτσίου. Ήταν μια παροδική απόκρουση, καθώς κατά τη Δ΄ Σταυροφορία, ο Βονιφάτιος Μομφερατικός κατέλαβε την πόλη αμαχητί και τούτο επειδή είχε φέρει μαζί του τον βυζαντινό πρίγκιπα Μανουήλ Άγγελο. Οι Φράγκοι συμπεριφέρθηκαν φιλικά στις Σέρρες, σε αντίθεση με τους Βενετούς που εξόργισαν τους γείτονες Θράκες. Οι τελευταίοι ζήτησαν βοήθεια από τον τσάρο των Βουλγάρων Ιωαννίτση, τον επονομαζόμενο από τους Βυζαντινούς Σκυλογιάννη, ο οποίος επικεφαλής μεγάλου στρατού κατέλαβε τη Θράκη και πολιόρκησε τη λατινική φρουρά των Σερρών. Από ένα λάθος των αμυνομένων πρόλαβαν και μπήκαν στην πόλη όπου έσφαξαν χιλιάδες κατοίκους. Τα τείχη της γκρεμίστηκαν και η πόλη καταστράφηκε. 
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η πόλη των Σερρών άλλαξε πολλές φορές χέρια. Το 1208, ο Ερρίκος Α΄ των Φράγκων νίκησε τον Μπόρις Β΄ στη Φιλιππούπολη και κατέλαβε ξανά την πόλη. Το 1221 ο δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος Δούκας Άγγελος κατέλαβε την πόλη και την προσάρτησε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Παρέμεινε στην κατοχή του μέχρι το 1230, ο­πότε και νικήθηκε από τον τσάρο Iβάν Β' Άσεν. Το 1242 οι Βούλγαροι θα την ανακαταλάβουν. Την ίδια χρονιά τους έδιωξε ο Αυτοκράτορας την Νίκαιας Ιωάννης Δούκας Βατάτζης, ο οποίος όρισε ως διοικητή τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο (μετέπειτα Αυτοκράτορα) και μετέτρεψε την πόλη σε τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι Σέρρες ξαναβρήκαν την ακμή τους και έγιναν πρωτεύουσα του θέματος «Σερρών και Στρυμόνος».
Την εποχή των αυτοκρατόρων Ανδρόνικων Β΄ και Γ΄ αλλά και του Καντακουζηνού, οι Σέρρες βρέθηκαν και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Από το 1334 ως 1341 ξανακτίστηκαν τα τείχη και οι πύργοι της. Στην διάρκεια του εμφυλίου των Ανδρονίκων με τον Καντακουζηνό, οι Σέρρες πήραν το μέρος των Ανδρονίκων. Ο Καντακουζηνός συμμάχησε με τον κράλη της Σερβίας Στέφανο Ντουσάν αλλά απωθήθηκε τον Ιούλιο του 1342. Ο Ντουσάν δενδροτόμησε υποχωρούμενος την περιοχή και αργότερα άλλαξε στρατόπεδο πηγαίνοντας με τους Παλαιολόγους.Στα χρόνια αυτά αναφέρεται σαν διοικητής της περιοχής ο Γκυ ντε Λουζινιάν (Συργής Ντελενουζίας), απόγονος του γαλλικού βασιλικού οίκου.
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1345 μ.Χ., η πόλη υπέκυψε στην πολιορκία του Σέρβου κράλη. Αυτός της συμπεριφέρθηκε φιλικά. Μετά το θάνατο του Ντουσάν το 1355 την ε­ξουσία ανέλαβε προσωρινά ο γιος του Ούρεσης και το 1360 η κράλαινα Ελένη με σεβαστοκράτορα τον Ιωάννη Ούγκλεση. Η σερβοκρατία διήρκεσε από το 1345 ως το 1371. Ο Ντουσάν χώρισε το κράτος του σε οκτώ ηγεμονίες με υποτελείς σεβαστοκράτορες. Το Σερβικό Κράτος των Σερρών με πρωτεύουσα τις Σέρρες ξεκινούσε από τον ποταμό Ίστρο (Δούναβη) μέχρι το Αιγαίο και από τη Δυτική Θράκη ως τη Δυτική Μακεδονία, εκτός της Θεσσαλονίκης. Επρόκειτο για ένα κράτος το οποίο διοικούταν αποκλειστικά από Έλληνες. Στα χρόνια αυτά διετέλεσε διοικητής της πόλης ο Ορέστης, που αναφέρεται ως κτίτωρ του μεγάλου πύργου της ακρόπολης, του Πύργου του Βασιλέως. Το 1371, ο δεσπότης της Θεσσαλονίκης Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος ανακατέλαβε την πόλη, οχυρώνοντάς την με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι απόρθητη. Οι Βυζαντινοί την θεωρούσαν το τελευταίο και μεγαλύτερο ελληνικό προπύργιο κατά των Τούρκων προς την Ανατολή.

Οθωμανική κυριαρχία: Στις 19 Σεπτεμβρίου 1383 οι κάτοικοι της πόλης, εξαντλημένοι από τις κακουχίες οκτάμηνης τουρκικής πολιορκίας έκαναν πρόταση παράδοσης με τρεις όρους:
1) Να μην κατοικήσουν οι Τούρκοι μέσα από τα τείχη,
2) Να μην μετατρέψουν χριστιανικό ναό σε τζαμί
3) Να μην στρατολογήσουν χριστιανούς.
Οι Τούρκοι δέχθηκαν, αλλά τελικά τήρησαν μόνον τους δύο πρώτους όρους.
Η πόλη των Σερρών κατά την περίοδο αυτή ανήκε στο ομώνυμο σαντζάκι του βιλαετιού Θεσσαλονί­κης και αποτέλεσε πρωτεύουσα του καζά. Τότε χτίστηκε στο κέντρο της πόλης το Εσκή Τζαμί και το Μπεζεστένι (σημερινό Αρχαιολογικό Μουσείο). Η πόλη γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση κατά την Τουρκοκρατία. Το 1457, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γεννάδιος ο Σχολάριος εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, όπου έγραψε τα περίφημα έργα του. Ο τάφος του σώζεται ακόμη. Στις αρχές του 16ου αιώνα ο διάσημος Τούρκος φιλόσοφος και νομικός Μπεντρεντίν Σιμοβνάογλου ξεσήκωσε θρησκευτική επανάσταση για την αναθεώρηση του Κορανίου, που θα ένωνε Μουσουλμάνους και Χριστιανούς. Οι Αρχές κυνήγησαν τον Μπεντρεντίν, ο οποίος κατέφυγε στις Σέρρες, όπου και νικήθηκε οριστικά στα Καμενίκια βρήκε το θάνατο στην κρεμάλα.
Η πόλη των Σερρών ήταν από τις πρώτες που έλαβε μέρος στην επανάσταση του 1571. Αυτό όμως της κόστισε τα προνόμιά της. Πολλοί Χριστιανοί μαρτύρησαν, όπως ο Πάτρουλας, ο Μποσταντζόγλου και ο Άγιος Νικήτας. Παρ’ όλα αυτά, οι Έλληνες διατήρησαν τον ορθόδοξο χαρακτήρα της πίστης τους, οργανώνοντας κάτω από αυστηρά ηθικές αρχές την εσωτερική τους διοίκηση και τις συντεχνίες τους, οι οποίες παρέμειναν ονομαστές.
Οι Σέρρες διακρίθηκαν και στο εμπόριο. Ανέπτυξαν ιδιαίτερα τις συντεχνίες τους και καλλιέργησαν τόσο πολύ τα γράμματα, που η πόλη ονομάστηκε «Αθήνα του Βορρά». Η γεωγραφική της θέση επίσης (ανάμεσα σε Μοναστήρι, Θεσσαλονίκη και Κωνσταντινούπολη) αποτέλεσε παράγοντα ενίσχυσης του πληθυσμού της. Πολλοί Τούρκοι μπέηδες και αγάδες επισκέπτονταν συχνά την περιοχή για να κάνουν πλιάτσικο. Ένας από αυτούς, ο Ισμαήλ Μπέης, με μισθοφορικό στρατό από την Ήπειρο και την Αλβανία, έκανε τις Σέρρες ορμητήριο κατά του Αλή Πασά. Ήταν τότε που ήρθαν στην πόλη πολλοί Ηπειρώτες ανάμεσά τους και ο Ν. Κασομούλης. Ο Ισμαήλ ενδιαφέρθηκε για το εμπόριο και την άμυνα. Την εποχή της παντοδυναμίας του 1795-1813), οι Σέρρες αριθμούσαν 30.000 περίπου κατοίκους. Α­πό αυτούς οι μισοί σχεδόν ήταν Τούρκοι. Ο διάδοχός του, Γιουσούφ Πασάς ο Σέρρεσλης, συνέχισε το έργο του.
Κυρίαρχο πρόσωπο στα χρόνια που ακολούθησαν αναδείχθηκε ο Εμμανουήλ Παπάς. Καταγόταν από τη Δοβίστα των Δαρνακοχωρίων και ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Συνδεδεμένος με τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, στρατολόγησε πάνω από 250 νέους στον Αγώνα για την Ελευθερία. Με δικά του έξοδα ναύλωσε πλοίο και κατευθύνθηκε προς τη Χαλκιδική, συγκρατώντας εκεί τον μεγαλύτερο όγκο των τουρκικών στρατευμάτων και δίνοντας την ευκαιρία στους οπλαρχηγούς της Νοτίου Ελλάδας να οργανωθούν καλύτερα. Οι Σερραίοι είχαν προετοιμαστεί για την Επανάσταση οχυρώνοντας το Μοναστήρι της Λιόκαλης, αλλά ο φανατισμός του τουρκικού στοιχείου και η ισχυρή στρατιωτική δύναμη της περιοχής τους απώθησαν. Οι Σέρρες από θαύμα γλύτωσαν από τη γενική σφαγή της 8ης Μαΐου 1821 στη Μακεδονία.
Στο μεταξύ, στο προσκήνιο εμφανίστηκαν και οι Βούλγαροι, οι οποίοι ζητούσαν να εκσλαβίσουν τη Μακεδονία για να την προσαρτήσουν. Πολλές και ισχυρές μάχες δόθηκαν στην σερραϊκή πεδιάδα, με τα ελληνικά σώματα καθοδηγούμενα από το Ελληνικό Προξενείο της πόλης άλλοτε να υπερισχύουν και άλλοτε να νικιούνται. Ο πατριωτισμός των Ελλήνων κατά το Μακεδονικό Αγώνα υπήρχε παροιμιώδης. Τα ονόματα των καπεταναίων Δούκα Δούκα, Μητρούση Γκογκολάκη, Στέργιου Βλάχμπεη, Θανάση Χατζηπανταζή και πολλών άλλων έμειναν χαραγμένα στην ιστορική μνήμη του τόπου.
Όταν κηρύχθηκε ο Βαλκανικός πόλεμος του 1912, οι Έλληνες της Μακεδονίας περίμεναν με αγωνία την απελευθέρωση. Στην πόλη έφθασαν πρώτοι οι Βούλγαροι και έθεσαν θέμα τον εκβουλγαρισμό της πόλης ή την καταστροφή της. Στις 28 Ιουνίου 1913, παραδομένη στις φλόγες, η πόλη ήταν ένας σωρός από ερείπια. Μια μέρα μετά, στις 29 Ιουνίου 1913, ο Ελληνικός Στρατός μπήκε στην πόλη, με επικεφαλής τον ταγματάρχη Μαζαράκη. Τον Αύγουστο του 1913 υπογράφτηκε η συνθήκη του Βουκουρεστίου σύμφωνα με την οποία η Α. Μακεδονία μέχρι και την Καβάλα περιερχόταν στην κυριαρχία των Ελλήνων. Όλα αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν στην περιοχή πληθυσμιακές μεταβολές. Έτσι στην περιοχή των Σερρών ήδη από το 1913 σημειώνονται συνεχείς μετακινήσεις πληθυσμών. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της περιοχής αποχωρούν ενώ ελληνικοί πληθυσμοί από τη Στρώμνιτσα, το Μελένικο και το Πετρίτσι μετακινούνται προς τις ελληνικές περιοχές τον Αύγουστο του 1913.
 
20ος αιώνας: Οι Σέρρες του 20ου αιώνα δεινοπάθησαν και άλλες φορές από τους Βούλγαρους. Τον Αυγούστο του 1916 οι Βούλγαροι ξαναμπήκαν στιην πόλη. Οι όροι τους οποίους επέβαλαν στους κατοίκους της πόλης ήταν δυσβάστακτοι (απαγόρευση κυκλοφορίας τη νύκτα, επίταξη προϊόντων διατροφής) ενώ συλλήψεις, βιαιοπραγίες και θανατώσεις έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Όλα αυτά καθώς και η βίαιη απομάκρυνση κατοίκων της πόλης είχαν ως αποτέλεσμα τη δραματική συρρίκνωση του πληθυσμού των Σερρών. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1918, όταν η Βουλγαρία ζήτησε ανακωχή και οι ελληνικές δυνάμεις μπήκαν στην πόλη. Η αποχώρηση των Βουλγάρων σήμανε επιπλέον απώλειες για την πόλη και το νομό επειδή συνοδεύτηκε από καταστροφή μνημείων, αρχείων καθώς και αφαίρεση κωδίκων, χειρογράφων και σκευών από ναούς και μονές. Οι βιβλιοθήκες των μονών Τιμίου Προδρόμου και Κοσιφίνισας απογυμνώθηκαν ήδη από το 1917. Επιπλέον στη διάρκεια του Α΄ Πα­γκοσμίου πολέμου χιλιάδες Έλληνες, και από την περιοχή των Σερρών, μεταφέρθηκαν ως όμηροι από τους Βουλγάρους στα Τάγματα εργασίας από όπου δεν επέστρεψαν.
Η μικρασιατική καταστροφή και η συνθήκη της Λωζάνης (Ιούλιος 1923) έφερε νέο κύμα προσφύγων από τη Μ. Ασία, τον Πόντο, την Α. Θράκη. Μέχρι το 1928 εγκαταστάθηκαν στο νομό Σερρών 70.000 πρόσφυγες, από αυτούς η πόλη απορρόφησε τους 13.534. Ο πληθυσμός της πόλης ανερχόταν στην απογραφή του 1920 14.486 και του 1928 29.640. Οι Σέρρες, μετά τη γειτονική Δράμα, δέχτηκαν τη μεγαλύτερη αναλογία προσφυγικών πληθυσμών από όλες τις μακεδονικές πόλεις
Στα σερραϊκά χώματα γράφτηκε η ηρωικότερη σελίδα της Κατοχής και της Αντίστασης, το Έπος του Ρούπελ. Στις 9 Απριλίου 1941 γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν τις Σέρρες και στις 25 Απριλίου μπήκε και ο βουλγαρικός στρατός στον οποίο παραδόθηκε η εξουσία της πόλης. Η βουλγαρική κατοχή στόχευε στον εκβουλγαρισμό της πόλης (χρήση βουλγαρικής γλώσσας, αλλαγή ονομάτων κ.τ.λ.). Η συμμετοχή Σερραίων στην αντίσταση κατά των κατακτητών οδήγησε σε συλλήψεις και θανατώσεις πολιτών, ενώ στις 4 Μαρτίου 1943 η ελληνική εβραϊκή κοινότητα των Σερρών μηδενός εξαιρουμένου μεταφέρθηκε στη Πολωνία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου εξοντώθηκαν όλοι. Το 1944 τα Βουλγαρικά στρατεύματα αποχώρησαν από την Α. Μακεδονία και στις 14 Σεπτεμβρίου 1944 τα πρώτα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. εισήλθαν στις Σέρρες. Στις 29 του ίδιου μήνα έγιναν στην πόλη οι πρώτες ελεύθερες μεταπολεμικές δημοτικές εκλογές.
Μετανάστευση, τσιμεντοποίηση και πλήρης αστικοποίηση είναι οι τρεις λέξεις που μπορούν να περιγράψουν την εικόνα της πόλης των Σερρών κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Από ένα μικρό δικηγορικό γραφείο στη συμβολή των οδών Μεραρχίας και Σολωμού, ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα ένας νεαρός τότε δικηγόρος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από την Πρώτη του Παγγαίου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου